rat$66824$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

rat$66824$ - translation to ελληνικό

ONE WHO CATCHES AND KILLS RATS AND OTHER RODENTS
Rat catcher; Ratcatcher; Rat-catchers; Rat Catcher; Ratter; Rat hunting
  • Jack Black]], rat-catcher, 1851
  • Professional rat-catchers behind a pile of dead rats, during the outbreak of [[bubonic plague]] in [[Sydney]] in 1900

rat      
v. αποσκιρτώ
kangaroo rat         
  • [[Tipton kangaroo rat]] (''D. nitratoides nitratoides'') at the [[California Living Museum]] in Bakersfield
GENUS OF MAMMALS
Kangaroo Rat; Dipodomys; Kangaroo rats; Kangaroo-Rat; Sexual behavior of kangaroo rats
πηδών τρωκτικό της αμερικάνικης έρημου, τρωκτικό της αμερικάνικης έρημου
bilge water         
  • ''Sentina'' is Spanish for bilge
  • Bilge compartment and pump
LOWEST COMPARTMENT ON A SHIP OR SEAPLANE
Bilge water; Bilge-water; Bilgewater; Bilge dumping; Bilge rat
βρωμόνερα αμπάριου πλοίου

Ορισμός

Norway rat
¦ noun the common brown rat, Rattus norvegicus.

Βικιπαίδεια

Rat-catcher

A rat-catcher is a person who kills or captures rats as a professional form of pest control. Keeping the rat population under control was practiced in Europe to prevent the spread of diseases, most notoriously the Black Death, and to prevent damage to food supplies. In modern developed countries, such a professional is otherwise known as a pest control operative or pest exterminator.